Ψάχνοντας ακατάπαυστα να αγοράσω, ως δεινή πλέον online shopper, ένα απλό μπλουζάκι για καθημερινή χρήση, ήρθα αντιμέτωπη με αυτό το T-shirt της H&M. Φαινομενικά είναι ένα απλό τοπ, το οποίο εξυπηρετεί πλήρως την ανάγκη μου και το ηθικό μου αντίκρισμα για μια πιο οικολογική στάση ζωής. Δευτερευόντως ο προβληματισμός μου εναποτίθενται στο εξής ερώτημα: Γιατί να αγοράσω ένα μπλουζάκι με τίτλο «Αγαπήστε τους ωκεανούς», φτιαγμένο από υλικά που κατά βάση τους βλάπτουν.
Η H&M δεν αποτελεί την εξαίρεση στον κανόνα της fast fashion βιομηχανίας, αν και τα τελευταία χρόνια έχει υιοθετήσει πολιτικές που αγκαλιάζουν περισσότερο τη βιωσιμότητα. Ωστόσο, εταιρείες όπως η Abercrombie & Fitch, Forever 21, Ralph Lauren, Lacoste, ASICS και Boohoo βασίζουν σχεδόν όλο το supply chain τους σε μια fast fashion λογική.
Ο όρος fast fashion αντλεί έμπνευση για την ονοματοδοσία του από τον συναφή όρο fast food. Οι δυο φράσεις μοιράζονται εκτός από το πρώτο κοινό συνθετικό και την ίδια ικανότητα να προκαλούν μακροχρόνιες βλάβες σε ένα οικοσύστημα. Επιγραμματικά το fast food χρησιμοποιεί συστατικά παρασκευής εξαιρετικά χαμηλής ποιότητας που κατά βάση καταστρέφουν την ορθή λειτουργία των εσωτερικών μας οργάνων, σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές πώλησης, ελκύοντας έτσι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.
Το fast fashion συγκεντρώνει ανάλογα χαρακτηριστικά διευρυμένα στη βιομηχανία της μόδας. Κινητήριος δύναμη είναι η υπόθεση ότι ο καταναλωτής επιθυμεί υψηλή μόδα σε πολύ χαμηλό κόστος. Υπό αυτή τη λογική οι εταιρείες αντιγράφουν συνήθως τις κολεξιόν που παρουσιάζονται στις Εβδομάδες Μόδας και αναθέτουν την παραγωγή σε χώρες με φτηνά εργατικά κόστη, διατηρώντας έτσι χαμηλές τιμές λιανικής. Ουσιαστικά συρρικνώνουν το κόστος παραγωγής και μεγιστοποιούν το κέρδος τους, πουλώντας ένα ρούχο σε τετραπλή τιμή από αυτή της κατασκευής του. Για το πλήθος αυτό εξυπηρετεί την ανάγκη του να αποκτήσει ρούχα που ακολουθούν τις τάσεις και που εμπίπτουν στις οικονομικές τους δυνατότητες.
Οι επιπτώσεις αυτής της αλυσίδας γίνονται αντιληπτές σε ολόκληρο το οικοσύστημα, επηρεάζοντας τόσο το φυσικό περιβάλλον, όσο και τους οργανισμούς που ζουν σε αυτό. Υπάρχουν χιλιάδες άρθρα και έρευνες αφιερωμένα στην κατάδειξη της καταστροφής που προξενεί η fash fashion βιομηχανία σε όλα τα επίπεδα. Στο πλαίσιο του κανόνα «δεν υπάρχει παρθενογένεση» θα αναφέρω επιγραμματικά τα πιο ενδιαφέροντα, όχι ως μια προσπάθεια εντυπωσιασμού, αλλά ως μια ανάγκη έκφρασης του αποτροπιασμού που μου προκάλεσαν.
Παγκοσμίως καταναλώνουμε 800 δις νέων κομματιών ρουχισμού ανά χρόνο, ποσό μεγαλύτερο κατά 400% από 2 δυο δεκαετίες πριν. Αντιστοίχως το 85% αυτών των αγορών καταλήγει στα σκουπίδια. Η ζήτηση έχει αυξηθεί κατακόρυφα με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζεται και η παραγωγή. Ο ανθρώπινος παράγοντας στο στάδιο της παραγωγής, υποβαθμίζεται και εξαχρειώνεται για να πετύχει η εκάστοτε εταιρεία το πιο χαμηλό κόστος κατασκευής και μείωση πάνω από 90% στα μεταφορικά.
Στο κομμάτι του περιβάλλοντος η βαρύτητα των επιπτώσεων διαφέρει ανάλογα με το υλικό από το οποίο έχει δημιουργηθεί το ρούχο. Οι διαδικασίες παραγωγής και επεξεργασίας βαμβακιού, βασικού υλικού για τη δημιουργία υφασμάτων, καταναλώνουν ανά χρόνο 79 δις κυβικών μέτρων καθαρού νερού. Αρκεί να σκεφτούμε ότι για την δημιουργία 1 κιλού βαμβακιού δαπανιούνται 20,000 λίτρα νερού (για να φτιάξουμε ένα απλό T-shirt, όπως αυτό που έψαχνα, χρειάζονται 2,700 λίτρα βαμβακιού).
Όταν αναφερόμαστε σε συνθετικά υφάσματα, όπως ο πολυεστέρας, το ρεγιόν (τεχνητό μετάξι), η βισκόζη, το μοντάλ και άλλα υφάσματα με ίνες χαλκαμμωνίας και ακρυλικού, τότε ναι μεν μειώνεται η χρήση νερού, αλλά μεγαλώνουν οι εκπομπές αέριων του θερμοκηπίου. Χαρακτηριστικά η παραγωγή υφασμάτων απελευθερώνει κάθε χρόνο 1,2 δις τόνους διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.
Όμως, όπως σας υποσχέθηκα, αυτό εδώ δεν είναι το άρθρο που θα υπερθεματίσει για το πόσο ζημιογόνα είναι αυτή η βιομηχανία σε εμάς και στο περιβάλλον που ζούμε. Από εδώ και πέρα αυτό είναι πια το δεδομένο μας, δεν είναι ο άγνωστος στην εξίσωσή μας. Άγνωστο παραμένει το πώς εμείς σαν καταναλωτές και σαν δημιουργοί, μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτή τη βιομηχανία.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιληφθούμε τη λογική πίσω από ένα άρθρο με τίτλο «Κάντε πιο “πράσινη” τη ντουλάπα σας», εκτός και αν κυριολεκτούν. Είτε ανήκουμε στους millennials, είτε στο Gen Z βιώνουμε αυτό που ονομάζεται «cult of speed» (η αίρεση/λατρεία της ταχύτητας). Οι τάσεις και κατ’επέκταση οι επιθυμίες μας, αλλάζουν τόσο αστραπιαία, όσο μας παίρνει να σκρολάρουμε στο feed του Instagram μας. Αποτέλεσμα αυτού η ανατροφοδότηση του γραμμικού μοντέλου: δημιουργώ-χρησιμοποιώ-πετάω. Άραγε τι χρειάζεται για να πάμε από αυτό το είδος σε ένα νέο, πιο κυκλικό, πιο φιλικό για εμάς και το περιβάλλον;
Να πάμε αργά. Η καθηγήτρια βιωσιμότητας, design και fashion art, Kate Fletcher, πήρε αυτή την πρόταση πολύ κυριολεκτικά και εμπνεύστηκε για εμάς το κίνημα Slow Fashion. Η ίδια επισημαίνει ότι αυτή η προσπάθεια στηρίζεται στην επιλογή μας, στην πληροφόρησή μας, στην πολιτισμική ποικιλομορφία, στην ισορροπία και στα ποιοτικά και μακράς διαρκείας αντικείμενα. Λειτουργικά το Slow Fashion βασίζεται κυρίως σε τοπικούς παραγωγούς που χρησιμοποιούν υλικά φιλικά προς το περιβάλλον, προσπαθώντας έτσι να διατηρήσει σε καλό επίπεδο τόσο τις ιδιόμορφες τεχνικές, όσο και το ίδιο το περιβάλλον, προσδίδοντας πάντα αξία σε παραγωγούς και καταναλωτές. Εμπεριέχει ουσιαστικά όλα τα στάδια του supply chain (design-παραγωγή-διαμοιρασμός-κατανάλωση), αναβαθμίζοντάς το και προβάλλοντας έναν καλύτερο τρόπο διαβίωσης.
Ακούγεται εξαιρετικά ουτοπικό, ή ακόμα και ελιτίστικο μπορεί να σημειώσει κανείς. Ένας νέος σχεδιαστής που βγάζει την κολεξιόν του, δημιουργεί 10 με 20 πατρόν και τα δίνει σε ένα εργοστάσιο φασόν. Είναι σχεδόν απίθανο να προτιμήσει μια διαδικασία που εμπνέεται από το Slow Fashion, ειδικά αν έχει λιγοστούς οικονομικούς πόρους. Εδώ λοιπόν πρέπει να εκπαιδευτούμε και να μιλάμε για ποιότητα και όχι για ποσότητα. Να προτιμήσουμε τη δημιουργία 5 ή 10 πατρόν με βιώσιμα υλικά παραγωγής και πρακτικές που δεν είναι ζημιογόνες για τους ανθρώπους που εμπλέκονται στη διαδικασία αυτή.
Δεν μιλάμε για ενναλακτικό τρόπο ζωής. Μιλάμε για μια διαφορετική προσέγγιση στο πώς οι δημιουργοί, η λιανική και οι καταναλωτές αποκτούν επίγνωση των επιπτώσεων της Μόδας στους εργάτες της, τις κοινότητες και το οικοσύστημα. Αυτή η προσέγγιση προσδίδει στα προϊόντα μια ποιότητα και προσφέρει μια σύνδεση του δημιουργού με τον καταναλωτή, απορρίπτοντας την μαζικοποιημένη νοοτροπία.
Ως καταναλωτές μπορούμε να στηρίξουμε αυτή την προσπάθεια κυρίως προσπαθώντας να αναγνωρίσουμε ποιες πρακτικές κρύβονται πίσω από τα ρούχα που αγοράζουμε. Ωστόσο μπορούμε επίσης να:
- Ξεκινήσουμε από το να επιδιορθώνουμε τα ρούχα μας.
- Αγοράζουμε vintage ρούχα.
- Μειώσουμε την ποσότητα των αγορών μας.
- Προσπαθήσουμε να αγοράζουμε ρούχα υψηλής ποιότητας.
- Και ίσως το πιο βασικό, να σκεφτόμαστε καλά πριν αγοράσουμε κάτι.
Στο σημείο αυτό θέλω να γυρίσω πίσω στο μπλουζάκι της αρχής. Νομίζω τελικά ότι οι ωκεανοί μας, το περιβάλλον μας και η ζωή μας αξίζουν πολλά περισσότερο από ένα T-shirt των 7,99 ευρώ.